1Κορ. 4:7 Διότι τις σε διακρίνει από του άλλου; και τι έχεις, το οποίον δεν έλαβες, εάν δε και έλαβες, τι καυχάσαι ως μη λαβών;1Κορ. 4:8 Τώρα είσθε κεχορτασμένοι, τώρα επλουτήσατε, εβασιλεύσατε χωρίς ημών· και είθε να εβασιλεύητε, διά να συμβασιλεύσωμεν και ημείς με σας.1Κορ. 4:9 Διότι νομίζω ότι ο Θεός απέδειξεν ημάς τους αποστόλους εσχάτους ως καταδεδικασμένους εις θάνατον· διότι εγείναμεν θέατρον εις τον κόσμον, και εις αγγέλους και εις ανθρώπους.1Κορ. 4:10 Ημείς μωροί διά τον Χριστόν, σεις δε φρόνιμοι εν Χριστώ· ημείς ασθενείς, σεις δε ισχυροί· σεις ένδοξοι, ημείς δε άτιμοι.1Κορ. 4:11 Έως της παρούσης ώρας και πεινώμεν και διψώμεν και γυμνητεύομεν και ραπιζόμεθα και περιπλανώμεθα1Κορ. 4:12 και κοπιώμεν, εργαζόμενοι με τας ιδίας ημών χείρας· λοιδορούμενοι ευλογούμεν, διωκόμενοι υποφέρομεν,1Κορ. 4:13 βλασφημούμενοι παρακαλούμεν· ως περικαθάρματα του κόσμου εγείναμεν, σκύβαλον πάντων έως της σήμερον.1Κορ. 4:14 Δεν γράφω ταύτα προς εντροπήν σας, αλλ' ως τέκνα μου αγαπητά νουθετώ. Ιωάν. 3:27 Απεκρίθη ο Ιωάννης και είπε· Δεν δύναται ο άνθρωπος να λαμβάνη ουδέν, εάν δεν ήναι δεδομένον εις αυτόν εκ του ουρανού. Ιακ. 1:17 Πάσα δόσις αγαθή και παν δώρημα τέλειον είναι άνωθεν καταβαίνον από του Πατρός των φώτων, εις τον οποίον δεν υπάρχει αλλοίωσις ή σκιά μεταβολής. Εκκλ. 5:13 Υπάρχει κακόν θλιβερόν, το οποίον είδον υπό τον ήλιον· πλούτος φυλαττόμενος υπό του έχοντος αυτόν προς βλάβην αυτού. Παρ. 11:26 Όστις κρατεί σίτον, θέλει είσθαι λαοκατάρατος· ευλογία δε θέλει είσθαι επί την κεφαλήν του πωλούντος. Ψαλ. 44:22 Ότι ένεκα σου θανατούμεθα όλην την ημέραν· ελογίσθημεν ως πρόβατα σφαγής. Ρωμ. 8:36 Καθώς είναι γεγραμμένον, Ότι ένεκα σου θανατούμεθα όλην την ημέραν. Ελογίσθημεν ως πρόβατα σφαγής. 2Κορ. 4:11 Διότι ημείς οι ζώντες παραδιδόμεθα πάντοτε εις τον θάνατον διά τον Ιησούν, διά να φανερωθή και η ζωή του Ιησού εν τη θνητή ημών σαρκί. 2Κορ. 4:8 κατά πάντα θλιβόμενοι αλλ' ουχί στενοχωρούμενοι, απορούμενοι αλλ' ουχί απελπιζόμενοι,2Κορ. 4:9 διωκόμενοι αλλ' ουχί εγκαταλειπόμενοι, καταβαλλόμενοι αλλ' ουχί απολλύμενοι,2Κορ. 4:10 πάντοτε την νέκρωσιν του Κυρίου Ιησού περιφέροντες εν τω σώματι, διά να φανερωθή εν τω σώματι ημών και η ζωή του Ιησού.2Κορ. 4:11 Διότι ημείς οι ζώντες παραδιδόμεθα πάντοτε εις τον θάνατον διά τον Ιησούν, διά να φανερωθή και η ζωή του Ιησού εν τη θνητή ημών σαρκί. Πράξ. 28:5 Και αυτός μεν απετίναξε το θηρίον εις το πυρ και δεν έπαθεν ουδέν κακόν·Πράξ. 28:6 εκείνοι δε επρόσμενον ότι έμελλε να πρησθή ή εξαίφνης να πέση κάτω νεκρός. Αφού όμως επρόσμενον πολλήν ώραν και έβλεπον ότι ουδέν κακόν εγίνετο εις αυτόν, μεταβαλόντες στοχασμόν έλεγον ότι είναι Θεός.Πράξ. 28:7 Εις τα πέριξ δε του τόπου εκείνου ήσαν κτήματα του πρώτου της νήσου ονομαζομένου Ποπλίου, όστις αναδεχθείς ημάς, εξένισε φιλοφρόνως τρεις ημέρας.Πράξ. 28:8 Συνέβη δε να ήναι κατάκειτος ο πατήρ του Ποπλίου, πάσχων πυρετόν και δυσεντερίαν· προς τον οποίον εισελθών ο Παύλος και προσευχηθείς, επέθεσεν επ' αυτόν τας χείρας και ιάτρευσεν αυτόν.Πράξ. 28:9 Τούτου λοιπόν γενομένου και οι λοιποί, όσοι είχον ασθενείας εν τη νήσω, προσήρχοντο και εθεραπεύοντο·Πράξ. 28:10 οίτινες και με τιμάς πολλάς ετίμησαν ημάς και ότε εμέλλομεν να αναχωρήσωμεν, εφωδίασαν με τα χρειώδη.